- συλλογισμός
- συλλογισμόςcomputationmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συλλογισμός — Σύμφωνα με τον ορισμό που πρώτος έδωσε ο Αριστοτέλης, σ. είναι ένας τρόπος σκέψης, όπου, αφού τεθούν δύο προτάσεις, ακολουθεί ένα συμπέρασμα διαφορετικό από τις προτάσεις και αναγκαίο. Τόσο οι προτάσεις όσο και το συμπέρασμα αποτελούνται από… … Dictionary of Greek
συλλογισμός — ο 1. ορισμένο είδος λογικής διεργασίας κατά το οποίο από δύο προκείμενες συνάγεται ένα συμπέρασμα κατά λογική ακολουθία: Τρεις είναι οι όροι του συλλογισμού: το υποκείμενο, το κατηγόρημα και ο μέσος όρος. 2. συλλογή, επίμονη σκέψη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
συλλογισμοῖς — συλλογισμός computation masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμοί — συλλογισμός computation masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμοῦ — συλλογισμός computation masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμούς — συλλογισμός computation masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμέ — συλλογισμός computation masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμῶ — συλλογισμός computation masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμῶν — συλλογισμός computation masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμῷ — συλλογισμός computation masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)